25/12/08

«ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ» ΑΝΤΙ-ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΕΘΝΟ-ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Μεγάλη αναταραχή κι ανησυχία φαίνεται να έχει ενσκύψει στις τάξεις των μέχρι τώρα ανενόχλητων αφεντικών του χώρου της οικολογίας, αριστερο-διεθνιστών και των παρατρεχάμενων τους όλων των ειδών. Η όλο και πιο αξιοσημείωτη ανάδειξη και παρουσίαση των θέσεων της εθνικιστικής οικολογίας, επιβεβαιώνει το τέλος της αυτοκρατορίας της αυθαιρεσίας των αριστερο-διεθνιστών δήθεν οικολόγων στο χώρο της οικολογικής σκέψης και βιωματικής πράξης.
Η κυκλική αντίληψη της ιστορίας και η διαίσθηση, ως κύριο μέσο αντίληψης κι επαφής με τη φύση, αποτελούν για την εθνικιστική οικολογία τους κύριους άξονες γύρω απ’ τους οποίους κινείται η θεώρηση της, ως προς την ιδεατή και ιδανική βιωματική σχέση του ανθρώπου με τη φύση. Στην αντίπερα όχθη, η «προοδευτική» αριστερή θεώρηση της οικολογίας προσπαθεί απεγνωσμένα και πονηρά να συνταιριάξει την ιδανική για την «προοδευτική» ιδεολογία γραμμική τεχνολογική εξέλιξη με την οικολογία και την προστασία της φύσης. Όμως η μέχρι τώρα πορεία κι ενασχόληση του «προοδευτισμού» με την οικολογία αποδεικνύεται εντελώς ασύμβατη, ανέφικτη κι ανεδαφική. Κι αυτό διότι τα στοιχεία τα οποία χαρακτήρισαν την ιδεολογία του «προοδευτισμού», θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν οτιδήποτε άλλο εκτός από φιλο-οικολογικά.
Έτσι η άγρια («προοδευτικής έμπνευσης) εκβιομηχάνιση, η χωρίς όρια λεηλασία των φυσικών πόρων και η διαχρονική (τους δύο τελευταίους αιώνες) καταστροφή του περιβάλλοντος αποτελούν τη καλύτερη απόδειξη των συνεπειών του «προοδευτισμού», δηλαδή της κατρακύλας του φυσικού κόσμου προς τον αφανισμό. Άλλωστε η «προοδευτική» γραμμική θεώρηση της ιστορίας (γιαχβεϊκής προέλευσης) χαρακτηρίζεται από «ένα οριστικό τέλος» που στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι ο αφανισμός του φυσικού μας κόσμου. Αυτά ισχύουν για τους «προοδευτικούς» γιατί για την εθνο-οικολογική θεώρηση τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά.
Ο φόβος λοιπόν των πρώην ανενόχλητων αριστερών αφεντικών του οικολογικού χώρου είναι η (με την ανάδειξη του εθνο-οικολογισμού) αποκάλυψη των καταστροφικών για το περιβάλλον και τη φύση συνεπειών της «προοδευτικής» ιδεολογίας και των εφαρμογών της. Κύριος ιδεολογικός φορέας και υπεύθυνος της άνθησης (τις τελευταίες δεκαετίες) του ευρωπαϊκού εθνο-οικολογισμού θεωρείται το ιδεολογικό κίνημα της γαλλικής «νέας δεξιάς» (των De Benoist και G. Faye), το οποίο αποτέλεσε και αποτελεί την καλύτερη ιδεολογική απάντηση του εθνο-οικολογικού κινήματος στις άνευ φιλο-οικολογικής ουσίας θεωρήσεις των προοδευτικών δήθεν οικολόγων.
Η εθνο-οικολογική κριτική της γαλλικής (κι εν γένει της ευρωπαϊκής) «νέας δεξιάς» επικεντρώνεται στον χαρακτηρισμό του δυτικού λεγόμενου πολιτισμού ως παρακμιακού και γιαχβεϊκά ενάντιου στο φυσικό κόσμο. Χαρακτηρίζει δε την βιομηχανική κοινωνία της δύσης ως άκρως ισοπεδωτική και γραφειοκρατική. Σαν πρότυπο της προβάλλει τις φυσικές κοινωνίες της αρχαίας ευρωπαϊκής παράδοσης και την αγάπη τους προς τη φύση. Η εθνο-οικολογική κριτική της «νέας δεξιάς» χαρακτηρίζεται ακόμη απ’ την αντίθεση της στην «τυφλή βιομηχανοποίηση», στον «άκρατο καταναλωτισμό», στη «σύγχρονη ισοπεδωτική και χωρίς ψυχή κοινωνία» αλλά και στις υπερβολές της σύγχρονης τεχνολογίας. Η επιστροφή σε τρόπους ζωής πιο απλούς, υγιεινούς και «φυσικούς» χαρακτηρίζουν τη βασική πρόταση της «νέας δεξιάς» για έναν ιδιότυπο μεταφυσικό και μυστικιστικό ρομαντισμό στη βιωματική σχέση μας με τη φύση.
Είναι γεγονός ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια οικολογική κρίση τεραστίων διαστάσεων. Μια κρίση την οποία η «νέα δεξιά» του De Benoist προτείνει να ξεπεράσουμε διαμέσου των θέσεων-πράξεων του αντικαπιταλισμού και της αποκέντρωσης του κράτους. Μια κρίση η οποία ουσιαστικά αποκαλύπτει την «κρίση του πνεύματος» που διαπνέει την εποχή μας και τις σύγχρονες κοινωνίες. Ως εκ τούτου η αναζήτηση των εθνών για τα της φύσεως τους ιδανικά, για ένα νόημα ζωής και για δημιουργικότητα αποτελούν την αναζήτηση των αυθεντικών αξιών της «κοινότητας» και της εθνικής κοινότητας συνολικά.
Στη Γερμανία, χαρακτηριστική περίπτωση εθνο-οικολόγου αποτελεί ο Herbert Gruhl, ο οποίος ασχολείται με θέματα οικολογίας εδώ και δεκαετίες. Στα βιβλία του προτείνει την μείωση της κατασπατάλησης των αγαθών, δηλαδή τη μείωση του καταναλωτισμού και προχωρώντας ακόμη περισσότερο θέλει να επιβάλλει τη δραστική μείωση της εκμετάλλευσης-λεηλασίας των φυσικών πόρων (οι οποίοι δεν είναι και ανεξάντλητοι). Για τον Gruhl η συνεχής άνοδος του βιοτικού επιπέδου αποτελεί παράγοντα καταστροφής της φύσης και των φυσικών κοινοτήτων-εθνών. Η εθνο-οικολογική αντιπρόταση του Gruhl επικεντρώνεται στην προτροπή του για επιστροφή στην «απλή ζωή», δηλαδή στην αρμονική σχέση του ανθρώπου με τη φύση και στον ολιγαρκή του βίο μέσα σ’ αυτήν.
Ακραίες εκδοχές της θεωρίας της «απλής ζωής» μπορούν να χαρακτηρισθούν, έστω και μερικώς, το μίσος ενάντια στην «τεχνολογική εξέλιξη» του γνωστού Αμερικανού οικολόγου «Unabomber” αλλά και η κοινότητα του Eugene στο Όρεγκον των Ηνωμένων Πολιτειών, που δια του πνευματικού οδηγού της, John Zerzan, προτείνει την επιστροφή στην «απλή ζωή» στις πιο ακραίες μορφές της. Για τον Zerzan, επιστροφή στην «απλή ζωή» σημαίνει επιστροφή στις παραδοσιακές ανθρώπινες κοινότητες, δηλαδή μυστικιστική σχέση του ανθρώπου με τη φύση και σοφία βασισμένη στη βαθειά σχέση ανθρώπου και φύσης δα μέσου της διαίσθησης.
Ξαναγυρίζοντας στον Gruhl οφείλουμε να υπενθυμίσουμε ότι υπήρξε ιδρυτικό μέλος του κόμματος των «πρασίνων» στη Γερμανία στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Στην ίδρυση του κόμματος των «πρασίνων» ο Gruhl συνέβαλλε μαζί με όλο του το κόμμα, το G.A.Z., δηλαδή την «μελλοντική πράσινη δράση». Στο βιβλίο του «Green Politics» του 1984 οι Ch. Spretnak και F. Capra υπογραμμίζουν το γεγονός ότι το σύνθημα των πρασίνων «δεν είμαστε ούτε αριστερά, ούτε δεξιά, είμαστε στην πρώτη γραμμή» ήταν δημιούργημα του Gruhl. Όμως η σχέση του Gruhl με τους «πράσινους» δεν συνεχίστηκε για πολύ. Έτσι, όταν ο έλεγχος του κόμματος των «πρασίνων» πέρασε στα χέρια της αριστεράς, ο Gruhl κατήγγειλε αυτήν την εξέλιξη και αποχώρησε από το κόμμα. Οι πολιτικές οικολογικές τάσεις της «νέας δεξιάς» και της αριστεράς χωρίζονταν οριστικά.
Μετά την αποχώρηση του από τους «πράσινους» ο Gruhl μαζί με άλλους εθνο-οικολόγους ίδρυσε το O.D.P., δηλαδή το «δημοκρατικό οικολογικό κόμμα». Λόγω όμως εσωτερικών ιδεολογικο-πολιτικών διαφωνιών, μετά από εφτά χρόνια ο Gruhl αποχώρησε από το δημιούργημα του, το O.D.P. και ίδρυσε τον «όμιλο εργασίας για την πολιτική οικολογία». Από τις πρώτες κινήσεις της νέας εθνο-οικολογικής κίνησης του Gruhl ήταν και το ψήφισμα του κινήματος του με το οποίο ζητούσε απ’ την γερμανική κυβέρνηση τον «τερματισμό της εισόδου λαθρομεταναστών στη χώρα για οικολογικούς λόγους».
Δικό μας κλασικό παράδειγμα «οικολογικών λόγων» για τους οποίους πρέπει να σταματήσει η είσοδος λαθρομεταναστών και στην Ελλάδα αποτελεί το πρόβλημα του νερού, του οποίου την έλλειψη αισθάνονται οι Έλληνες όλο και περισσότερο. Δεν φτάνει λοιπόν που το νερό δεν είναι αρκετό ούτε για μας κα με το μέλλον να διαγράφεται ακόμη πιο σκοτεινό, μας κουβάλησαν εδώ και τέσσερα εκατομμύρια λαθρομετανάστες για να γιγαντώσουν το πρόβλημα της λειψυδρίας ακόμη περισσότερο.
Όλη αυτή βέβαια η όλο και πιο διακριτή παρουσία και ενασχόληση του εθνικισμού με την οικολογία, ανησύχησε σφόδρα την καθεστυκία «προοδευτική» τάξη των δήθεν οικολόγων της αριστεράς. Η ανάδειξη της εθνικιστικής θεώρησης της οικολογίας από την ευρωπαϊκή «νέα δεξιά» αλλά και από προσωπικότητες όπως ο Gruhl, συνέβαλλε δια της εθνο-οικολογικής επιχειρηματολογίας της στα αποκαλυπτήρια της πραγματικά αντι-οικολογικής θεωρίας και πράξης των «προοδευτικών» αριστερο-διεθνιστών.
Όμως οι ιδεολογικές φοβίες της «προοδευτικής» αντι-οικολογικής αριστεράς είναι άλλες. Οι φοβίες αυτές ακούν στο όνομα «μυστικιστική, απόκρυφη και εσωτερική σχέση» των ανθρώπων με τη φύση, «λατρεία του φυσικού κόσμου» αρχαιο-ευρωπαϊκού χαρακτήρα, βιοκεντρισμός κι άλλες συναφείς αντιλήψεις και συμπεριφορές, οι οποίες αποδεικνύουν στον άνθρωπο και την κοινότητα του την πορεία τους προς τον αυθεντικό βιωματικό τους χώρο, τη φύση.
Είναι αυτό που θεωρεί και ο Ernst Junger στο έργο του «Waldganger» (αυτός που εγκαθίσταται στο δάσος). Κατά τον μεσαίωνα «waldganger» ονομάζονταν όλοι όσοι εγκαθίσταντο σε δάση, σε έρημες και άγριες περιοχές στις οποίες ζούσαν μια ελεύθερη ζωή αλλά και εν μέσω πολλών κινδύνων. «Το πέρασμα στο δάσος» κατά τον Junger σημαίνει την προσπάθεια του ανθρώπου να ξαναβρεί τον δεσμό του με τον μύθο. Τον μύθο του δάσους, δηλαδή της φύσης, δηλαδή του πρώτου ιερού βιωματικού χώρου του ευρωπαίου ανθρώπου.
Μπροστά σ’ αυτή τη λυτρωτική άνθηση της εθνο-οικολογικής θεματολογίας, της ιδεολογικο-πολιτικής θεωρίας και βιωματικής πράξης των τελευταίων δεκαετιών, η «προοδευτική» αντι-οικολογία δεν μπορεί να αντιπαραθέσει τίποτε άλλο παρά μόνον τα αποτελέσματα της γεμάτης αδιέξοδα προοδευτικής υφής οικολογική κατρακύλα, την οποία εξαιτίας της βιώνει όλος ο πλανήτης.

Δημήτρης Σαββίδης
(περιοδικό Patria)


Blogspot Templates by Isnaini Dot Com. Powered by Blogger and PDF Downloads